Αγωνιστική Επαναφορά: Δρόμος για την Δικαιοσύνη στους Μισθούς
Αγώνας – ρήξη – ανατροπή: ο μόνος δρόμος για την επιστροφή τους
Το νόημα αυτού του συνθήματος επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά κατά τη διάρκεια της σημερινής διαδικασίας εκδίκασης του αιτήματος των δημοσίων υπαλλήλων για την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Η δημοσιονομική κατάσταση και οι επιπτώσεις στους μισθούς των εργαζομένων αποτελούν κεντρικό θέμα στη σημερινή πολιτική διαμάχη.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι εισηγήσεις, οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις των εμπλεκομένων πλευρών διαμόρφωσαν ένα σαφές αντεργατικό πλαίσιο, που αφορά την εισοδηματική κατάσταση των εργαζομένων γενικότερα.
Η κυβερνητική επιχειρηματολογία παρουσιάστηκε προκλητικά, προστατεύοντας τις περικοπές στις αποδοχές και τα δώρα στον δημόσιο τομέα, οι οποίες είχαν κριθεί «νόμιμες» στα πλαίσια των μνημονίων. Οι εκπρόσωποι του κράτους υποστήριξαν ότι η χώρα υποχρεούται να τηρεί τις δημοσιονομικές της δεσμεύσεις, επικαλούμενοι την ανάγκη συμμόρφωσης με τους κανόνες που προβλέπει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, αναδεικνύοντας την εξυπηρέτηση του «δημοσίου συμφέροντος» ως υπέρτατη αρχή.
Αυτό που είναι σαφές είναι ότι τα μνημόνια και οι εφαρμοστικοί νόμοι που φορτώθηκαν στους εργαζόμενους από πολιτικά κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, διαμορφώνουν το πολιτικό πλαίσιο όχι μόνο για την περίοδο κρίσης αλλά και για την ανάπτυξη, καταδεικνύοντας ότι η επιβίωση των εργαζομένων δεν είναι προτεραιότητα.
Η κράτηση της βούλησης των εργαζομένων από την κυβερνητική πλευρά είναι εμφανής, καθώς υποστηρίχθηκε ότι η δυνατότητα επαναφοράς των 13ου και 14ου μισθών υπερβαίνει τις αρμοδιότητες του ΣτΕ. Οι εκπρόσωποι του κράτους σημείωσαν ότι η κατάργηση των εν λόγω μισθών το 2012 ήταν οριστική και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από τα μετέπειτα δημοσιονομικά δεδομένα, αναδεικνύοντας τη διάκριση μεταξύ των δικαστικών και νομοθετικών εξουσιών.
Σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041, οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι υποστήριξαν ότι αυτή δεν είναι δεσμευτική για τα κράτη μέλη, τονίζοντας ότι η ρύθμιση του κατώτατου μισθού ανήκει στην αρμοδιότητα κάθε χώρας.
Συναδέλφισσες και συνάδελφοι,
Είναι ολοένα πιο σαφές ότι η απλή ανάδειξη του δίκαιου αιτήματος για επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού δεν αρκεί. Αυτό που πραγματικά απαιτείται για την ανατροπή της πολιτικής που υποβαθμίζει τη ζωή μας είναι η δημιουργία ενός κινήματος που θα καταπολεμήσει τις πραγματικές αιτίες των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε.
Η ανατροπή απαιτεί ένα συνδικαλιστικό κίνημα που να αγωνίζεται ενάντια στην εκμετάλλευση, στην πολιτική στήριξης των επιχειρηματικών συμφερόντων και στην καταπίεση των εργαζομένων.
Η γραμμή του συμβιβασμού από σωματεία πολιτικών παρατάξεων δεν προσφέρει λύσεις στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι. Η προάσπιση των δημοσιονομικών στόχων δεν μπορεί να υπερισχύει της ανάγκης για δικαίωση των εργατικών δικαιωμάτων. Οι τράπεζες και οι επιχειρηματικοί όμιλοι αποκομίζουν κέρδη σε βάρος των δικαιωμάτων μας, και αυτή η πραγματικότητα πρέπει να επανεξεταστεί.
Για την οικονομία που ενισχύει αυτά τα κέρδη, οι δικές μας απαιτήσεις θεωρούνται εκτός δημοσιονομικών αντοχών. Μια ισχυρή συνδικαλιστική κίνηση είναι αναγκαία, ένα κίνημα που θα διεκδικεί με μαζικό και μαχητικό τρόπο, χωρίς να θυσιάζει τις δικαιώσεις μας για να ικανοποιήσει τις οικονομικές επιδιώξεις. Ένα κίνημα απαλλαγμένο από τη συμβιβαστική νοοτροπία που οδηγεί στην απογοήτευση και την αδράνεια.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι επιτακτική ανάγκη να ιδρυθούν ισχυρά σωματεία στους χώρους εργασίας, που θα εξασφαλίζουν μαζική συμμετοχή των εργαζομένων. Ένα κίνημα που θα είναι ενωτικό και μαχητικό, χωρίς να ενοποιείται με τους πολιτικούς και επιχειρηματικούς μηχανισμούς και χωρίς να επιδιώκει τη συνεννόηση στα τραπέζια των διαπραγματεύσεων.
Αθήνα, 6 Ιουνίου 2025