Αυξήσεις στις Τιμές του Παγωτού: Μια Δραματική Περίπτωση Ακρίβειας
Η ακρίβεια έχει πλήξει και τον τομέα του αγαπημένου καλοκαιρινού γλυκίσματος, του παγωτού, με τις τιμές να έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο. Το παγωτό, που είναι η αδυναμία μικρών και μεγάλων, πλέον «ζεματάει» στις αγορές, αφήνοντας πολλούς καταναλωτές να σκεφτούν δύο φορές πριν την αγορά τους.
Πόλεις και χωριά γεμίζουν με χωνάκια, πυραυλάκια, ξυλάκια και οικογενειακά παγωτά, όμως οι τιμές τους έχουν σημειώσει απότομη άνοδο. Ειδικότερα, τα συσκευασμένα παγωτά πωλούνται πλέον κατά 1 ευρώ ακριβότερα σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, κάνοντάς τα λιγότερο προσιτά στους καταναλωτές.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις που δημοσιεύει το Mega, η ακρίβεια στις πρώτες ύλες για την παραγωγή παγωτού έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία. Ιδιαίτερα, οι τιμές στη σοκολάτα έχουν εκτοξευτεί κατά 80%. Αυτές οι αυξήσεις οφείλονται κυρίως στα υψηλότερα κόστη πρώτων υλών όπως το κακάο, η ζάχαρη και το γάλα, αλλά και στο αυξημένο γενικό λειτουργικό κόστος, που περιλαμβάνει το κόστος ενέργειας, ενοικίων, συντήρησης εξοπλισμού και ασφαλιστικών εισφορών προσωπικού.
Ταυτόχρονα, οι συσκευασίες έχουν συρρικνωθεί, ενώ υπάρχουν αναφορές για τη χρήση απομιμητικών προϊόντων σοκολάτας αντί για αυθεντικά υλικά, γεγονός που προκαλεί ανησυχία για την ποιότητα των παγωτών που προσφέρονται στους καταναλωτές.
Τιμές στο Ζαχαροπλαστείο και Σούπερ Μάρκετ
Η κατάσταση αντανακλάται και στις τιμές που βρίσκουμε στα ζαχαροπλαστεία της γειτονιάς. Συγκεκριμένα:
Μία μπάλα σε κυπελάκι κοστίζει από 2€ έως 4€ για απλές γεύσεις όπως βανίλια ή σοκολάτα, με μία ελαφριά αύξηση κατά 0,20€ για παρφέ γεύσεις που περιλαμβάνουν ξηρούς καρπούς, φρούτα και κομμάτια σοκολάτας.
Για το χύμα παγωτό, οι τιμές διαμορφώνονται ως εξής:
- 2025: από 16,50€ έως 20€ το κιλό
- 2024: από 15€ έως 18,50€ το κιλό
Η αύξηση αυτή στην τιμή του παγωτού αναδεικνύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές αλλά και οι επιχειρήσεις στο τρέχον οικονομικό κλίμα. Είναι απαραίτητο οι καταναλωτές να είναι ενήμεροι και ενημερωμένοι για τις τάσεις της αγοράς ώστε να προγραμματίζουν τις αγορές τους προσεκτικά, ενώ οι επιχειρήσεις καλούνται να βρουν βιώσιμες λύσεις για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια χωρίς να θυσιάζουν την ποιότητα των προϊόντων τους.