Δυστυχήματα και Μετωπικά Διόδια: Η Ανάγκη για Στρατηγικές Αλλαγές
Η πρόσφατη τραγωδία στα διόδια του Πολυμύλου, αν και προήλθε από καταστάσεις που θα μπορούσαν να είναι αποτρέψιμες, αναδεικνύει μια βαθύτερη συζήτηση γύρω από τα μετωπικά διόδια στους ελληνικούς αυτοκινητόδρομους. Αν αναλογιστούμε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες συνέβη το δυστύχημα, είναι σαφές ότι η οδήγηση σε συνθήκες ομίχλης και η προσοχή του οδηγού της νταλίκας παίζουν καθοριστικό ρόλο. Όμως, οι άμεσες αιτίες δεν είναι οι μόνες που απαιτούν προσοχή.
Ανασκοπώντας ιστορικά γεγονότα, όπως το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, καταλαβαίνουμε ότι τα καταστροφικά ατυχήματα σπανίως προκύπτουν αποκλειστικά από ανθρώπινα λάθη. Για παράδειγμα, το 2003, η παραβίαση του ορίου ταχύτητας από έναν οδηγό νταλίκας είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια 21 μαθητών, υπογραμμίζοντας τη σημασία της τήρησης των κανόνων και της δημόσιας ασφάλειας. Εύλογα, τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι: πώς και γιατί συμβαίνουν τέτοια δυστυχήματα;
Η ποιότητα και η ασφάλεια των οδικών υποδομών καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την ασφάλεια των οδηγών. Μετά την ολοκλήρωση του διπλού αυτοκινητόδρομου στην κοιλάδα των Τεμπών, δεν παρατηρήθηκαν σοβαρά ατυχήματα, καταδεικνύοντας ότι η καλή οδική υποδομή προλαμβάνει τον κίνδυνο. Επίσης, η απουσία μετωπικών συγκρούσεων μεταξύ τρένων κατά τη λειτουργία δύο παράλληλων γραμμών είναι ένα χαρακτηριστικό στοιχείο που δείχνει πώς η κατάλληλη υποδομή μπορεί να εξασφαλίσει τη δημόσια ασφάλεια.
Στο πλαίσιο αυτό, το δυστύχημα στο Πολύμυλο υπενθυμίζει για άλλη μια φορά το ζήτημα της τριτοκοσμικής φύσης των μετωπικών διοδίων στους ελληνικούς αυτοκινητόδρομους. Αυτά τα διόδια προκαλούν καθυστερήσεις, αυξάνουν την κατανάλωση καυσίμου, και επιβαρύνουν το περιβάλλον με ρύπους. Όπως αποδείχθηκε, οι στάθμες διοδίων αποτελούν σημαντική πηγή κινδύνου, εντείνοντας την ανάγκη για αναθεώρηση του υφιστάμενου συστήματος διοδίων.
Αναρωτιέται κανείς, ποιος ο λόγος ύπαρξης αυτών των επικίνδυνων μετωπικών σταθμών διοδίων στα ελληνικά οδικά δίκτυα; Σε μια εποχή που η τεχνολογία επιτρέπει την εύκολη και ακριβή είσπραξη διοδίων μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων, η διατήρηση των παραδοσιακών μετωπικών διοδίων φαίνεται περίεργη. Η απάντηση μάλλον συνδέεται με τα συμφέροντα των παραχωρησιούχων, κυρίως στο ΠΑΘΕ, που διαχειρίζεται τον μεγαλύτερο κυκλοφοριακό φόρτο.
Η κατάργηση των μετωπικών διοδίων και η αντικατάστασή τους με ηλεκτρονικά συστήματα θα μπορούσε να μειώσει τις εισπράξεις, εκτός και αν η πολιτεία αποφασίσει να αυξήσει τις χρεώσεις, κάτι που ενδέχεται να έχει πολιτικό κόστος. Αντίθετα, το κόστος που σχετίζεται με τα μετωπικά διόδια, περιλαμβάνοντας επικινδυνότητα και ταλαιπωρία, είναι προφανώς μικρότερο και πιο εύκολα διαχειρίσιμο. Αυτή η πραγματικότητα φαίνεται να οδηγεί τις κυβερνήσεις στο να καθυστερούν τις εξαγγελίες σχετικών αλλαγών.
Η ανάγκη να επανεξεταστεί η στρατηγική των διοδίων είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ, εφόσον επιδιώκουμε να διασφαλίσουμε την ασφάλεια των πολιτών και τη βιωσιμότητα των μεταφορών στη χώρα μας.