Η Προανακριτική Επιτροπή και οι Εξελίξεις στην Απονομή Δικαιοσύνης
Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Απριλίου αναμένεται να ληφθεί η απόφαση για την παραπομπή του Χρήστου Τριαντόπουλου στο Δικαστικό Συμβούλιο για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος. Η διαδικασία θα ξεκινήσει με την εξέταση του ελεγχόμενου πρώην υφυπουργού από την Προανακριτική Επιτροπή την προσεχή Παρασκευή. Αυτό το βήμα είναι κρίσιμο για να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξουν νομικές ασάφειες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ακυρότητα της διαδικασίας. Μετά την εξέταση, θα ακολουθήσει προθεσμία δέκα ημερών για τα πολιτικά κόμματα να συντάξουν τα πορίσματά τους, προτού η Βουλή αποφασίσει σχετικά με την παραπομπή του κ. Τριαντόπουλου.
Ο ίδιος ο κ. Τριαντόπουλος έχει ζητήσει την άμεση παραπομπή του στον φυσικό δικαστή, ένα αίτημα που υποστηρίζεται από την κυβερνητική πλειοψηφία, ενώ σημειώνεται ότι η αντιπολίτευση διαφωνεί σφοδρά. Υπέρ της παραπομπής τάσσονται και έγκριτοι συνταγματολόγοι, όπως ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης υπό την κυβέρνηση Τσίπρα, Σταύρος Κοντονής. Ο κ. Κοντονής υπενθύμισε ότι ανάλογη διαδικασία είχε ακολουθηθεί και κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για τη συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής για δέκα πολιτικούς, οι οποίοι θεωρήθηκαν εμπλεκόμενοι στην υπόθεση Novartis.
Η κύρια θέση της αντιπολίτευσης είναι ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να κουκουλώσει την υπόθεση με την προσπέραση της Προανακριτικής Επιτροπής. Αυτό δημιουργεί ανησυχίες που αφορούν την ενδεχόμενη αγνόηση κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων και την πιθανότητα να μην κληθούν όλοι οι αναγκαίοι μάρτυρες ή να μην απαγγελθούν κατηγορίες για άλλα πολιτικά πρόσωπα, εφόσον προκύψουν ενδείξεις ενοχής. Επίσης, υπάρχει η ανησυχία ότι το κατηγορητήριο κατά του κ. Τριαντόπουλου δεν θα επεκταθεί επαρκώς.
Η προτεινόμενη λύση της «fast track» Προανακριτικής και η αμέσως παραπομπή του κ. Τριαντόπουλου στο Δικαστικό Συμβούλιο είχε διατυπωθεί πριν από περίπου έναν μήνα από τον καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Νίκο Αλιβιζάτο. Σε πρόσφατο άρθρο του, τόνισε ότι ο αρεοπαγίτης/ανακριτής, τον οποίο θα ορίσει το Δικαστικό Συμβούλιο, έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να επεκτείνει τη δίωξη και σε άλλους συμμετέχοντες. Αυτό καταρρίπτει την ανησυχία ότι τυχόν νέα στοιχεία δεν θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστικό Συμβούλιο.
Η τρέχουσα στάση της αντιπολίτευσης φαίνεται να διαφοροποιείται σε σχέση με προηγούμενες θέσεις της, καθώς τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ είχαν υποστηρίξει στο παρελθόν ότι η ευθύνη των υπουργών θα πρέπει να εξετάζεται από τον φυσικό τους δικαστή. Παρά τις αλλαγές που έχουν γίνει, όπως η περιορισμένη αποσβεστική προθεσμία των υπουργικών αδικημάτων το 2019, οι πρόσφατες προτάσεις για την αλλαγή του άρθρου 86 του συντάγματος υποδηλώνουν έναν προς έναν νέο δρόμο πάνω στο ζήτημα της δίωξης πολιτικών προσώπων.
Η πρόοδος αυτή μπορεί να μην ευνοεί τους σχεδιασμούς της αντιπολίτευσης, ωστόσο διευκολύνει την απονομή δικαιοσύνης, κάτι που είναι θεμελιώδες αίτημα της κοινωνίας. Η στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης δείχνει αναμφίβολα ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να απεμπλακεί από την όλη διαδικασία, κερδίζοντας χρόνο και αποφεύγοντας δυσάρεστες καταστάσεις. Αυτό τους δίνει μια απρόσμενη ευκαιρία να ανακτήσουν τον έλεγχο της δημόσιας αντίληψης, ιδιαίτερα σε μία περίοδο που αντιμετωπίζουν προκλήσεις στην πολιτική τους σταθερότητα.