Η Προοπτική Δεσμεύει το Μέλλον της Θεσσαλονίκης
Κάθε βήμα που προχωρά προς την ενίσχυση της δημοκρατίας σε τοπικό επίπεδο και προς την ενδυνάμωση του ενεργού ρόλου των πολιτών είναι καθοριστικό. Σε αυτό το πλαίσιο, η καμπάνια που ξεκίνησε για τη συλλογή υπογραφών με στόχο τη διεξαγωγή τοπικού δημοψηφίσματος για το μέλλον της ΔΕΘ είναι ένα σημαντικό και ασυνήθιστο εγχείρημα για τη Θεσσαλονίκη, αλλά και για οποιαδήποτε άλλη ελληνική πόλη. Αν και το ζητούμενο είναι η συγκέντρωση 25.000 υπογραφών, είναι επιθυμητό αυτή η κινητοποίηση να χρησιμοποιηθεί ως ευκαιρία με πολλαπλά οφέλη.
Αρχικά, είναι απαραίτητο να γεφυρωθεί το κενό στην ενημέρωση και τη διαφάνεια γύρω από την υπόθεση της ΔΕΘ. Για μια εξατομικευμένη συμμετοχή των πολιτών στην καμπάνια και ενδεχομένως στο δημοψήφισμα, είναι κρίσιμο να είναι ενημερωμένοι σχετικά με το σημερινό πλάνο ανάπλασης της ΔΕΘ. Πληροφορίες όπως οι χρήσεις γης που περιλαμβάνει το σχέδιο, το κόστος του, το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής του και η κατάσταση των απαιτούμενων μελετών (όπως οι συγκοινωνιακές και περιβαλλοντικές μελέτες) είναι χρήσιμες για μια τεκμηριωμένη άποψη. Επίσης, θα πρέπει να εξεταστεί η πιθανή επιβάρυνση στην καθημερινότητα των πολιτών κατά τη διάρκεια της υλοποίησης του έργου, όπως και η προοπτική του Μητροπολιτικού Πάρκου.
Παράλληλα, η διοργάνωση ενός ανοιχτού διαλόγου μεταξύ όλων των εμπλεκομένων φορέων είναι δείγμα σεβασμού προς την πόλη. Πολλοί από αυτούς δεν βρίσκονται καν στη Θεσσαλονίκη, και αυτό τονίζει την ανάγκη για μια ουσιαστική συζήτηση που δεν έχει πραγματοποιηθεί έως τώρα. Διεθνείς παραδείγματα, όπως η απόφαση του δήμου του Παρισιού να πεζοδρομήσει και να πρασίνισει 500 δρόμους, μπορούν να προσφέρουν χρήσιμα διδάγματα για το πώς μπορεί να διεξαχθεί ένας σταθερός δημόσιος διάλογος.
Η συζήτηση γύρω από τη ΔΕΘ δεν απηχεί μόνο τις ανάγκες ενός οικοπέδου. Αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο διακύβευμα για το μέλλον της Θεσσαλονίκης, καθώς ο χώρος αυτός έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει ποιότητες ζωής για δεκαετίες. Συνήθως, οι δείκτες που σχετίζονται με την ποιότητα ζωής, όπως η δημόσια υγεία, η ατμοσφαιρική ρύπανση και η ψυχική υγεία των πολιτών, τίθενται σε δευτερεύουσα προτεραιότητα μπροστά σε οικονομικά κέρδη. Η κατάσταση αυτή δείχνει την ανάγκη για μια πιο ολοκληρωμένη θεώρηση των αστικών προκλήσεων, καθώς το αστικό περιβάλλον είναι παραδοσιακά πρόσφορο για συγκρούσεις συμφερόντων. Η Jane Jacobs, σημαντική Αμερικανίδα ακτιβίστρια, επισημαίνει ότι «Οι πόλεις έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν κάτι για όλους/ες, μόνο όταν δημιουργούνται από όλους/ες».
Το τελευταίο που χρειάζεται η Θεσσαλονίκη είναι η διάσπαση της κοινωνίας σε στρατόπεδα μέσω θορυβωδών συνθημάτων. Ο δημόσιος διάλογος εξασθενεί όταν οι διαφορετικές απόψεις αντικαθίστανται από επαναλαμβανόμενες φράσεις, «πιασάρικα» κλισέ και μανιχαϊστικούς όρους. Αυτή η προσέγγιση υποβαθμίζει την πολιτική λειτουργία και οδηγεί σε μεγαλύτερη αποξένωση των πολιτών. Ο δημόσιος χώρος είναι το κατάλληλο πεδίο για να εξασκήσουμε τα δημοκρατικά μας αντανακλαστικά. Πολίτες, αρχές και φορείς οφείλουμε να φροντίζουμε ώστε αυτή η διαδικασία να μην υπονομευτεί.