www.macedoniapress.gr
ΕΛΛΑΔΑΝΕΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Καστοριά: Η Εκτροφή Γουνοφόρων Ζώων ως Νέα Ελπίδα για την Αναγέννηση της Γουνοποιίας

1eaef7f930482d9418ff9645d7f82a27 no watermark
Κοινοποίηση

Η Γουνοποιία στην Καστοριά: Δυσκολίες και Νέες Ελπίδες

Ο Γιώργος Μιχαλόπουλος ξεκίνησε την καριέρα του στον τομέα της γούνας σε ηλικία μόλις 15 ετών, αρχικά ως «φασονίστας». Κατά τη διάρκεια της χούντας, εγκατέλειψε το σχολείο και μετανάστευσε στη Γερμανία, όπου βρήκε εργασία στον τομέα της γούνας. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα σε ηλικία 25 ετών, ίδρυσε τη δική του επιχείρηση, στην καρδιά μιας εποχής ακμής της ελληνικής γουνοποιίας, ειδικά στην Καστοριά, που τροφοδοτούσε τις αγορές της Ευρώπης και των χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Σήμερα, ο Γιώργος βιώνει την κρίση της γούνας και θρηνεί τις ημέρες δόξας του κλάδου. Η οικονομική κατάσταση της γουναποιίας στην Καστοριά, η οποία στήριξε επί μισό αιώνα την οικονομία της δυτικής Μακεδονίας, προδιαγράφεται δυσοίωνη, ειδικά μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. «Παρά την αυξημένη συμμετοχή εμπορικών αντιπροσώπων από 40 χώρες, το ενδιαφέρον είναι χλιαρό» επισημαίνει στο Εκθεσιακό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας κατά τη διάρκεια της 50ης Διεθνούς Έκθεσης Γούνας Καστοριάς. «Οι κυρώσεις της ΕΕ στη Ρωσία είναι καταστροφικές για εμάς. Οι επιχειρήσεις μας ουσιαστικά είναι κλειστές και αδυνατούμε να παράξουμε προϊόντα προς εξαγωγή» συμπληρώνει.

Ο Γιώργος τονίζει την ανατροπή που έχει επέλθει στον κλάδο κατά τη διάρκεια του πολέμου και την εμφάνιση νέων ανταγωνιστών, ιδίως από την Κίνα, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν τη θέση των Ελλήνων επιχειρηματιών και κατέλαβαν τις αγορές τις οποίες κατείχαν οι Καστοριανοί γουναράδες. Ακόμα και με την πιθανή λήξη του πολέμου, η επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση φαίνεται να είναι αδύνατη.

Εκτός από τις σοβαρές οικονομικές συνέπειες, ο Μιχαλόπουλος επισημαίνει δύο ακόμη στοιχεία που επηρεάζουν την επιβίωση του κλάδου: την αλλαγή προτιμήσεων των καταναλωτών και τη φυλλορροία του εξειδικευμένου προσωπικού. «Οι νέες Ρωσίδες καταναλωτές στρέφονται σε άλλα είδη ένδυσης πέρα από τη γούνα» σημειώνει, ενώ τα συναισθήματα του παραμένουν περίπου τα ίδια και για τους τεχνίτες: «Μας εγκαταλείπουν οι εργαζόμενοι καθώς οι αμοιβές τους είναι πενιχρές».

Στο ερώτημα αν υπάρχει ελπίδα για την επιβίωση του κλάδου, ο Γιώργος αποκαλύπτει ότι δεν ζητάει επιχορηγήσεις αλλά ζητάει τη δυνατότητα να εξάγουν τα προϊόντα τους. Αυτό, σύμφωνα με τον ίδιο, θα μπορούσε να δώσει μια νέα ζωή στην επιχείρησή τους και να κρατήσει ζωντανό τον κλάδο στην περιοχή.

Η Έναρξη της Δραστηριότητας και οι Αρχικοί Σκοποί

Ο Γιώργος Μιχαλόπουλος, όπως πολλοί νέοι στην ελληνική επαρχία, ακολούθησε το ένστικτο επιβίωσης ή «θρασύτητα» που γεννούσε η ανάγκη για οικογενειακή στήριξη. Στη διάρκεια του γυμνασίου, ξεκίνησε να εργάζεται στην γούνα, αφαιρώντας ενδεχόμενα εμπόδια για την οικογενειακή του οικονομία. Στην αρχή, οι εργασίες του αφορούσαν φασόν για τις αγορές της Γερμανίας και της Δανίας, παρέχοντας ικανοποιητικά έσοδα.

Σύντομα, η οικογένειά του μετακόμισε στη Γερμανία, όπου ο Γιώργος εργαζόταν σε δημοφιλείς εταιρείες και αργότερα σε εργοστάσια γούνας. Με την επιστροφή του στην Καστοριά, έλαβε την απόφαση να ιδρύσει τη δική του επιχείρηση, εμπνευσμένος από την πίστη του ότι θα ξεκινούσε μια θετική εποχή για τη γούνα.

Ανατρέχοντας στην επιχειρηματική του ζωή, αναφέρει ότι με την ανοικοδόμηση της δουλειάς τους, αγοράζοντας δέρματα και αξιοποιώντας βελανιδίτες της αγοράς, είχαν στόχο να παρασκευάσουν το καλύτερο προϊόν. Αυτή η προσπαθήση τον οδήγησε να γίνει ένας αναγνωρίσιμος επιχειρηματίας, όχι μόνο στην Καστοριά αλλά και διεθνώς.

Οι Πρώτες Απειλές και η Αντίσταση του Κλάδου

Το τέλος της δεκαετίας του ’80 σηματοδότησε μια νέα πρόκληση. Τα κινήματα κατά της γούνας άρχισαν να επηρεάζουν την αγορά, οδηγώντας σε σημαντική πτώση των πωλήσεων. Παρά τις προκλήσεις, ο Μιχαλόπουλος συνέχισε να δραστηριοποιείται και, όταν η ρωσική αγορά άνοιξε, ήταν έτοιμος να εκμεταλλευτεί τη νέα ευκαιρία.

Σήμερα, ο κλάδος αναζητά νέες αγορές και τρόπους ανταγωνισμού. Η άνοδος του κινήματος «αντί fur» προκαλεί ανησυχία, αλλά ταυτόχρονα ανοίγονται διέξοδοι σε νέες αγορές, όπως η Ν.Κορέα, που αποτελεί ελπιδοφόρα κατεύθυνση. Ο Μιχαλόπουλος τονίζει την ανάγκη να επενδύσουν στην ποιότητα και την τεχνική κατάρτιση, προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.

Η Εκτροφή Γουνοφόρων Ζώων: Μια Νέα Προοπτική

Καθώς κλείνει η συζήτηση, ο Μιχαλόπουλος αναφέρεται στην εκτροφή γουνοφόρων ζώων ως μια αναπτυσσόμενη δραστηριότητα στην περιοχή της Καστοριάς και της Σιάτιστας. Με τις φάρμες να αναγνωρίζονται για την ποιότητα των παραγόμενων δερμάτων, διαφαίνεται μια νέα προοπτική για την τοπική οικονομία και την ελληνική γουνοποιία. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου εκτροφής Γουνοφόρων Ζώων Ελλάδας, Μίλτος Καρακουλάκης, υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα γίνεται μια νέα παγκόσμια δύναμη στην παραγωγή δερμάτων.

Είναι γεγονός ότι 58 επιχειρήσεις στην δυτική Μακεδονία παράγουν ετησίως περίπου δύο εκατομμύρια γουνοδέρματα, τοποθετώντας την Ελλάδα στη δεύτερη θέση παγκοσμίως. Ο Καρακουλάκης εκτιμά πως με τις αρμόδιες εξελίξεις, ενδεχομένως η Ελλάδα να καταφέρει να αναδειχθεί στην πρώτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης τα επόμενα χρόνια.

Η φετινή Διεθνής Έκθεση Γούνας αφήνει υποσχέσεις για μια νέα εποχή στην ελληνική γουνοποιία και, όπως λέει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γουνοποιών, Απόστολος Τσούκας, αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για την προβολή του κλάδου, που έχει συνεισφέρει σημαντικά στο οικονομικό αποτύπωμα της χώρας.