Δυσκολίες λόγω των αυξήσεων στα τιμολόγια ενέργειας για τους βιοτέχνες της Θεσσαλονίκης
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, 9 στους 10 βιοτέχνες της Θεσσαλονίκης παρατηρούν συνεχιζόμενη αύξηση στις τιμές ενέργειας από την αρχή του έτους, με 6 στους 10 να αναμένουν περαιτέρω αυξήσεις. Το 30% των συμμετεχόντων δηλώνουν ότι οι τιμές ενέργειας έχουν αυξηθεί κατά 20% έως 30%, ενώ το 20% έχει καταγράψει αυξήσεις άνω του 30% στους λογαριασμούς τους.
Αυτά τα στοιχεία προέρχονται από το δίμηνο Οικονομικό Βαρόμετρο που διεξήχθη από την εταιρεία δημοσκοπήσεων Interview για το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης για την περίοδο Μαρτίου – Απριλίου, με τη συμμετοχή 465 επιχειρήσεων που είναι μέλη του ΒΕΘ. Στην ερώτηση σχετικά με το ποσοστό αύξησης των τιμολογίων ενέργειας, το 28,8% των βιοτεχνών ανέφερε αύξηση της τάξεως του 10% έως 20%, ενώ το 26,1% ανέφερε αύξηση από 20% έως 30%.
Απορροφητές οι αυξήσεις από τους βιοτέχνες
Διαπιστώνεται ότι για το 28,7% των συμμετεχόντων, το ενεργειακό κόστος επιβαρύνει άμεσα το κόστος παραγωγής, ενώ το 18,8% το κρίνει επιβλαβές για τα κέρδη τους. Παρ’ όλα αυτά, 6 στους 10 βιοτέχνες δηλώνουν ότι δεν έχουν μετακυλήσει τις αυξήσεις αυτές στις τιμές των προϊόντων τους, ενώ το 40% έχει προχωρήσει σε ανατιμήσεις. Αν και το 61% των βιοτεχνών αναμένει νέες αυξήσεις, το 24% διαφωνεί και το 15% δεν έχει γνώμη.
Δημόσιες πολιτικές και προτάσεις για την ενεργειακή πολιτική
Στην ερώτηση σχετικά με τις προτεινόμενες παρεμβάσεις στην ενεργειακή πολιτική, το 26,9% των επιχειρηματιών αναφέρει την ανάγκη θεσμοθέτησης προγραμμάτων εξοικονόμησης ενέργειας κατά κλάδο. Το 20% ζητά επιδοτήσεις για την αντικατάσταση ενεργοβόρων μηχανημάτων, ενώ το 17,5% θεωρεί επιτακτική την ανάγκη νομοθετικών πρωτοβουλιών για τις ενεργειακές κοινότητες. Άλλοι προτείνουν προγράμματα στήριξης για την πράσινη μετάβαση των εγχώριων επιχειρήσεων και την ευελιξία στην εξόφληση λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας σε περισσότερες δόσεις.
Η κατάσταση των επιχειρήσεων και οι προβλέψεις για το μέλλον
Αξιολόγοντας την κατάσταση των επιχειρήσεών τους, το 44,1% των ερωτηθέντων την κρίνει ικανοποιητική, το 19,9% καλή, ενώ το 36% την χαρακτηρίζει κακή. Όσον αφορά τους επόμενους έξι μήνες, το 56% πιστεύει ότι η κατάσταση θα παραμείνει ίδια, το 17% ότι θα βελτιωθεί και το 27% ότι θα χειροτερέψει.
Σχετικά με την απασχόληση, το 70% δηλώνει ότι θα διατηρήσει το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό, το 18% σκοπεύει να προσλάβει, ενώ το 12% αναφέρει ότι σχεδιάζει να απολύσει προσωπικό. Σε ό,τι αφορά τον τζίρο, το 51% έχει παρατηρήσει μείωση, το 33% ότι παρέμεινε σταθερός, ενώ το 16% ανέφερε αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο δίμηνο του έτους.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο δείκτης οικονομικής συγκυρίας για την περίοδο Μαρτίου – Απριλίου φτάνει το 4,1%, σημειώνοντας πτώση σε σχέση με το προηγούμενο δίμηνο και είναι χαμηλότερος και από τον αντίστοιχο δείκτη του προηγούμενου έτους, που βρισκόταν στο 3,5%.