www.macedoniapress.gr
ΕΛΛΑΔΑΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΝΕΑΠΟΛΙΤΙΚΗΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Οι δρόμοι της ανάπτυξης και οι πολιτικές προοπτικές για τη Θεσσαλονίκη ενόψει 2027

2d128cc487b608da4a668148d466139c no watermark
Κοινοποίηση

Δρόμοι Ανάπτυξης και Πολιτικές Προοπτικές για τη Θεσσαλονίκη

Σήμερα το πρωί, όλοι οι δρόμοι της Θεσσαλονίκης οδηγούν στην αίθουσα «Αιμίλιος Ριάδης» για την ημερίδα της ΔΕΘ που διοργανώνει ο όμιλος της Μακεδονίας. Αυτή η εκδήλωση αποτελεί την ευκαιρία για να συζητηθούν τα θέματα ανάπτυξης που πρέπει να διευρύνουν τους ορίζοντες της πόλης και να την προχωρήσουν μπροστά, ξεπερνώντας τα εμπόδια που την κρατούν πίσω.

Όπως επισημαίνει ο υφυπουργός Υγείας Δημήτρης Βαρτζόπουλος, ένα από τα κύρια εμπόδια για τη Θεσσαλονίκη είναι ο ανταγωνισμός από την Αθήνα, η οποία εξακολουθεί να είναι το κύριο οικονομικό και επιχειρηματικό κέντρο της χώρας. Επίσης, η υφυπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, Έλενα Ράπτη, τονίζει ότι η ανάπτυξη δεν εξαρτάται μόνο από την τεχνική υλοποίηση, αλλά και από το κλίμα εμπιστοσύνης και το συντονισμό που απαιτείται. Ανεξάρτητα από τις κυβερνητικές προθέσεις για τα έργα, υπάρχουν και εσωτερικά θέματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν.

Ένα κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι πού θέλουμε εμείς οι ίδιοι να κατευθυνθεί η Θεσσαλονίκη. Αυτή η συζήτηση είναι απαιτητική και δεν έχει διεξαχθεί επαρκώς έως σήμερα. Έτσι, οι απαντήσεις θα προκύψουν σήμερα τόσο από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών όσο και από τις προτάσεις και τις απόψεις που θα ακουστούν στην ημερίδα. Είναι σημαντικό να εστιάσουμε στο τι δεν πήγε καλά στο παρελθόν και στο τι απαιτείται για τον καθορισμό του επόμενου βήματος.

Η συζήτηση γύρω από το επόμενο βήμα είναι επίκαιρη και συχνά αναφέρεται στα κεντρικά πολιτικά ζητήματα της χώρας. Διαπιστώνεται ότι το πολιτικό σκηνικό είναι ρευστό, με την εκτίμηση ότι το κυβερνών κόμμα, η ΝΔ, διατηρεί την πρωτοκαθεδρία στις επόμενες εκλογές. Αυτή η κατάσταση είναι δύσκολη να αλλάξει, και ο παραδοσιακός δικομματισμός φαίνεται να έχει καταρρεύσει.

Αν αναλογιστούμε ποιο κόμμα κατείχε τη δεύτερη θέση στα τελευταία χρόνια, θα διαπιστώσουμε ότι στη στρατηγική της ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε δεύτερος κατά την αρχή της κυβερνητικής περιόδου του Κυριάκου Μητσοτάκη και ότι, αργότερα, το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη το προσπέρασε. Αυτή τη στιγμή, μετά και τις πρόσφατες εξελίξεις, οι θέσεις αλλάζουν, με τη Ζωής Κωνσταντοπούλου να βρίσκεται σε κοντινότερα επίπεδα, αν και η δυνατότητα διατήρησής της ήρθε σε συζήτηση, δεδομένης της μονοθεματικής συζήτησης που επικράτησε πρόσφατα.

Ωστόσο, η ρευστότητα στην πολιτική σκηνή δεν αφορά μόνο στη ΝΔ. Αν και η ΝΔ φαίνεται να είναι το πρώτο κόμμα, τα ποσοστά της στηρίζονται σε ασταθή θεμέλια, με αναμενόμενες εκλογικές ανατροπές να είναι πιθανές. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ΝΔ κινείται στο 24-26%, αρκετά μακριά από το 35% που απαιτείται για την επίτευξη αυτοδυναμίας. Αν και παρατηρείται μια αναδίπλωση στα ποσοστά, το 30% παραμένει ένας απαγορευτικός στόχος.

Μέχρι τις επόμενες εκλογές έχουμε χρόνο, αλλά είναι επιτακτική ανάγκη να ξεκαθαριστούν δύο βασικά ζητήματα: ποιο είναι το «ταβάνι» της ΝΔ και πού μπορεί να φτάσει, και ποιος θα είναι ο δεύτερος και ο τρίτος στην πολιτική κούρσα.

Αναφορικά με το πρώτο ερώτημα, η ΝΔ κατέχει τρία ισχυρά ατού. Καταρχάς, μπορεί να αναδείξει τα διλήμματα της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης, δεδομένου ότι δεν φαίνεται εναλλακτικός πόλος διεκδίκησης εξουσίας. Επίσης, θα εκμεταλλευτεί την υπάρχουσα πολιτική αβεβαιότητα στο διεθνές περιβάλλον. Επιπλέον, έχει τη δυνατότητα να συσπειρώσει τη βάση της και να προαγάγει θετικά οικονομικά μέτρα, τα οποία επηρεάζουν άμεσα την κοινή γνώμη, όπως δείχνουν οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις.

Αντίστοιχα, το ΠΑΣΟΚ αντιμετωπίζει τις δικές του προκλήσεις. Ο Ανδρουλάκης, αν και ξεκίνησε με στρατηγική αυτόνομης πορείας, βλέπει το κόμμα του να υποχωρεί στη τρίτη θέση, γεγονός που περιορίζει τη διαπραγματευτική του θέση με τα υπόλοιπα κόμματα της Κεντροαριστεράς. Πολλοί εκτιμούν ότι η προοπτική δημιουργίας εκλογικού μετώπου θα οδηγήσει σε εσωτερικές συγκρούσεις, αδυνατίζοντας τη δυναμική του ΠΑΣΟΚ.

Η κατάσταση αυτή εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ικανότητα του ΠΑΣΟΚ να επιβιώσει στις επόμενες εθνικές εκλογές. Αν το ΠΑΣΟΚ καταφέρει να διατηρήσει ένα ποσοστό γύρω του 20%, τότε η απόφασή του για μετεκλογικές συνεργασίες θα είναι κρίσιμη. Ωστόσο, αν παραμείνει τρίτο και με ποσοστά μικρότερα του 15%, είναι πιθανό να επιλέξει να παραμείνει στην αντιπολίτευση, ώστε να αποφευχθεί η πολιτική φθορά.

Όπως και να έχει, η πολιτική σκηνή είναι δυναμική και η συζήτηση για το μέλλον ήδη διεξάγεται με έντονο ενδιαφέρον.

*Ένας Αθηναίος που ζει στη Θεσσαλονίκη